8 Οκτ 2007

ΑΔΙΣΤΑΚΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ (Α)

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό HiTECH, τεύχος 54, Νοέμβριος 2000

FACE OFF, ΗΠΑ, 1997
140 λεπτά, Dolby Digital, DTS, 2.35 :1
Σκηνοθεσία: John Woo
Σενάριο: Mike Werb, Michael Colleary
Παραγωγή: Terence Chang
Φωτογραφία: Oliver Wood
Μουσική: John Powell
Μοντάζ: Steven Kemper, Christian Wagner
Παίζουν: John Travolta, Nicolas Cage, Joan Allen, Alessandro Nivola, Gina Gershon, Dominique Swain, Nick Cassavetes
DVD περιοχής 2: διπλής όψης χωρίς κανένα επιπλέον στοιχείο. Αναμορφικό, 5.1

Τα Αδίστακτα Πρόσωπα είναι αναμφισβήτητα μια από τις καλύτερες ταινίες δράσης που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στον κινηματογράφο.

Εν αναμονή της πρώτης προβολής της ταινίας Mission Impossible II, ο σκηνοθέτης John Woo ήρθε πάλι στο προσκήνιο. Κατά πολλούς, ο καλύτερος εν ζωή σκηνοθέτης ταινιών δράσης, γνώμη που μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους, ιδίως μετά τη πρόσφατη προβολή των Επικίνδυνων Αποστολών του. Θεωρείται ο σημαντικότερος αντιπρόσωπος μιας σειράς αξιόλογων Κινεζών σκηνοθετών (κυρίως από το Hong Kong) που μετανάστευσαν στο Χόλυγουντ και παράγουν εκεί, πλέον, έργο.
Τα χαρακτηριστικά της γραφής του είναι συγκεκριμένα, μια ταινία του είναι εύκολα αναγνωρίσιμη ακόμα και από το πλατύ κοινό, έχει προσωπικότητα. Η πλαστικότητα στη κίνηση, ο έξοχος ρυθμός, οι καταλυτικές λεπτομέρειες στη σύνθεση του κάδρου και κυρίως η δραματουργική ανάπτυξη των χαρακτήρων, συνθέτουν το αναγνωρίσιμο στυλ του κινέζου John Woo.
Πολλοί τον μιμήθηκαν, πολλοί Αμερικανοί κυρίως σκηνοθέτες επηρεάστηκαν από αυτές τις τόσο χαρακτηριστικές μίξεις πλάνων σε αργή κίνηση με πλάνα σε κανονική ταχύτητα. Ο Quentin Tarantino δηλώνει απερίφραστα ότι αυτόν είχε ως αναφορά όταν έκανε την ταινία του Reservoir Dogs. Κάτι ανάλογο δηλώνει και ο Tom Tykwer για τη γραφή στο «Τρέξε Λόλα, τρέξε». Οι επιδράσεις του είναι σαφέστατες στο Matrix των αδελφών Wachowski και στις ταινίες του Robert Rodriguez, για να αναφέρουμε μόνον αυτούς.
Καθαρός απόγονος του Peckinpah, με τις «ματωμένες του όπερες», γνωρίζει πολύ καλά να κατασκευάζει απολαυστικές περιπέτειες χωρίς να χαρίζεται στις ευκολίες που χαρακτηρίζουν την πλειονότητα των ταινιών αυτού του είδους και δεν νομίζω ότι υπάρχει καλύτερο παράδειγμα για ανάλυση αυτής της τόσο εντυπωσιακής και χαρακτηριστικής τεχνικής από τη ταινία του, «Αδίστακτα Πρόσωπα»…

ΑΔΙΣΤΑΚΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ
ΕΝΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΣΕΝΑΡΙΟ…

To Face/ Off είναι η τρίτη ταινία που γυρίζει ο Woo στο Hollywood και αναμφισβήτητα, η καλύτερη από τις τρεις, αυτή που πλησιάζει περισσότερο το χαρακτηριστικό του ύφος, αυτό των ταινιών του, της περιόδου του Hong Kong.
Αν και, όταν οι δύο σεναριογράφοι σκέφτηκαν αυτή την ιδέα και άρχισαν να την γράφουν, ο Woo δεν είχε καν μεταναστεύεσει στο Hollywood, το σενάριο αυτό φαίνεται να γράφτηκε για να σκηνοθετηθεί από αυτόν και μόνο.
Βέβαια, όταν ο Woo άρχισε να συνεργάζεται μαζί τους, άλλαξε πολλά πράγματα, κρατώντας μόνο, βασικά, την εκπληκτική ιδέα της αλλαγής προσώπων, του καλού και του κακού. Στην αρχική του μορφή, όταν έφτασε στα χέρια του, ήταν ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας, για το απότερο μέλλον και απαιτούσε τη χρήση πολλών εφέ. Ο ίδιος, μετέφερε την ιστορία στο σήμερα και εστίασε περισσότερο στη σχέση των ηρώων με τον εαυτό τους και με τον άλλον, προσθέτοντας έτσι, σε μια απλή περιπέτεια, ψυχολογία χαρακτήρων και δραματουργική ανάπτυξη.
Ο Σων Αρτσερ είναι κατ’ αρχήν ο John Travolta σοβαρός και μάλλον μουντός αστυνομικός πράκτορας που κυνηγά τον Κάστορ Τρόυ, (κατ’αρχήν ο Nicolas Cage) διεθνή και επικίνδυνο τρομοκράτη. Αιτία της θλίψης του Αρτσερ είναι η δολοφονία του γιού του μπροστά στα μάτια του, από τον Τρόυ, πριν από έξι χρόνια. Τώρα, ο Σων καταφέρνει να στριμώξει τον Κάστωρ και να πάρει εκδίκηση για τον άδικο θάνατο του γιου του. Όμως μόνο ο ιδιοφυής σχιζοφρενής αδελφός του Κάστορ, ο Πόλλιξ (Kάστωρ και Πολυδεύκης, δικές σας οι ερμηνείες) ξέρει που έχει τοποθετηθεί η βόμβα που θα ανατινάξει όλο το Λ.Α. Έτσι, ο Σων αλλάζει πρόσωπο, εγχειρίζεται με απόλυτη μυστικότητα και παίρνει τη μορφή του χειρότερου εχθρού του: του Κάστορ Τρόυ. Πρέπει να μπει στη φυλακή και να εκμαιεύσει την αλήθεια από τον Πόλλιξ. Πράγματι, ο Σων μαθαίνει αυτό που έψαχνε, αλλά ο πραγματικός Κάστορ ξυπνά από το κώμα και ζητά ένα πρόσωπο να ντυθεί. Το μόνο διαθέσιμο είναι το εχθρού του, Σων. Αφού σκοτώσει όσους γνωρίζουν την ανταλλαγή προσώπων αρχίζει να διασκεδάζει με την ιδέα της αλλαγής ταυτότητας. Αρχίζει να ζει σαν οικογενειάρχης στη δανεική οικογένεια του Αρτσερ, ώσπου ο πραγματικός Αρτσερ δραπετεύει από τη φυλακή και οι δύο εχθροί βρίσκονται αντιμέτωποι με το πρόσωπό τους.
Ταινία ηθοποιών, ταινία χαρακτήρων, ταινία δράσης με αρκετό μελόδραμα. Δύο πολύ καλοί ηθοποιοί προσπαθούν να παίξουν σαν τον άλλο, ο Cage μιμείται τη περσόνα του Travolta και vice versa: εμπειρία μοναδική, τόσο για τους ηθοποιούς όσο και για τον θεατή που ξέρει ποιος είναι ποιος, και πότε είναι αυτός τον οποίον ο κάθε ηθοποιός υποδύεται.
Φανταστείτε ότι οι δύο ηθοποιοί δημιουργούν ο καθένας τον χαρακτήρα που υποδύεται, δηλαδή, ο Travolta τον Αρτσερ και ο Cage τον Τρόυ, στα πρώτα 33 λεπτά της ταινίας. Μετά, ο Cage πρέπει να γίνει ο Αρτσερ (δηλαδή ο Travolta) που προσπαθεί, όμως, να μιμηθεί τον Τρόυ (δηλαδή τον εαυτό του). Ο Travolta γίνεται ο Τρόυ, μετά το 47ο λεπτό της ταινίας και προσπαθεί να μιμηθεί τον Cage/Τρόυ, που προσπαθεί να ζήσει ως Αρτσερ. Εκπληκτικο! Πραγματι απολαυστικό παιχνίδι, τόσο σε εγκεφαλικό επίπεδο, όσο και σε οπτικό. Οσο εξελίσσεται η ιστορία τόσο οι ήρωές μας προσθέτουν αποχρώσεις στο παίξιμό τους που μας δηλώνουν τις αλλαγές στη ψυχολογική τους κατάσταση. Ο «κακός» ήρωας μαθαίνει το καλό και ο «καλός» ήρωας αντιλαμβάνεται ότι το κακό δεν είναι τόσο κακό. Εκπληκτικές ερμηνείες και από τους δύο πολύ καλούς ηθοποιούς με λεπτομέρειες μεγάλης φινέτσας, αφού έζησαν πριν τα γυρίσματα για δύο εβδομάδες μαζί, ώστε να μάθουν να μιμούνται τον άλλον. Όταν ο Travolta πηγαίνει (ως Τρου) να απενεργοποιήσει τη βόμβα, όλες του οι (χορευτικές) κινήσεις παραπέμπουν στον Cage, ενώ ο Cage μιμείται πολύ χαριτωμένα τις κοφτές κινήσεις, τα γυρίσματα του κεφαλιού του Travolta και την χαρακτηριστική κίνηση που κάνει με το χέρι, σαν χάδι πάνω στα αγαπημένα πρόσωπα.
Όλο αυτό το παιχνίδι βρίσκει τη μαγική του κορύφωση στη σκηνή με τους καθρέφτες ( 137ο λεπτό). Πρόκειται για σκηνή ανθολογίας. Πέρα από τη σύνθεση των κάδρων που επιτρέπει να βλέπουμε εμείς ως θεατές και τα τέσσερα πρόσωπα, οι δύο αντίπαλοι έχουν να αντιμετωπίσουν στον καθρέφτη τον εχθρό τους, το ίδιο το πρόσωπο που φορούν. Σκηνή γεμάτη συμβολισμούς και ηθικά μηνύματα, σκηνοθετημένη με ευφυέστατο τρόπο.

ΟΙ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΤΟΥ JOHN WOO
…ΚΑΙ ΠΩΣ ΑΥΤΕΣ ΕΞΕΙΚΟΝΙΖΟΝΤΑΙ

Μαέστρος στη δημιουργία χορευτικών σκηνών μάχης, αγαπά τους ήρωες του και το σώμα τους. Ακουμπά με συγκίνηση πάνω στο σώμα ως υφή, θέλει να βλέπει και να δείχνει τη καταστροφή του, τα σπλάχνα του, το αίμα του, οπτική που έχουμε να τη συναντήσουμε από τα ματωμένα μπαλέτα του Peckinpah.
O Woo, στις σκηνές δράσης, είναι πληθωρικός. Όταν το σώμα δεν είναι σε πρώτο πλάνο, δηλαδή σε σκηνές με συγκρούσεις αεροπλάνων, πλοίων και με ότι άλλο βάλει ο νους σας, χρησιμοποιεί πολλές γωνίες λήψεις τις οποίες εκμεταλλεύεται πλήρως στο στάδιο του μοντάζ. Ένα εύκολα αναγνωρίσιμο στοιχείο της γραφής του Woo αλλά και άλλων σύγχρονων σκηνοθετών ταινιών δράσης, είναι η πλήρης επανάληψη της δράσης απ’ όλες τις γωνίες λήψεις. Στη σκηνή που το αεροπλάνο του Τρόυ πέφτει πάνω στην αποθήκη, στη αρχή της ταινίας, μπορεί κανείς εύκολα να παρατηρήσει ότι στο τρίτο πλάνο της σύγκρουσης το αεροπλάνο ξανασυγκρούεται με την αποθήκη. Δηλαδή δεν έχουμε συνέχεια της κίνησης από την άλλη γωνία, αλλά απόλυτη επανάληψη της δράσης. Όλη αυτή η ενότητα πλάνων που διαρκεί κάποια δευτερόλεπτα, δίνει την εντύπωση του μεγάλου, του τεράστιου, του ατελείωτου, του πληθωρικού εν τέλει, και δεν βασίζεται παρά σε μια πλάνη. Ο ήχος, ενοποιητικός, δίνει την αίσθηση της συνέχειας και όχι της επανάληψης.
Η αργή κίνηση είναι όμως το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της σκηνοθεσίας του Woo καθώς και η τολμηρή ένωση δύο πλάνων ένα εκ των οποίων είναι slow. Σε συνδυασμό με τον τηλεφακό που τον χρησιμοποιεί συχνά, δίνουν αυτή την αίσθηση μπαλέτου την τόσο χαρακτηριστική στις ταινίες του. Η αργή κίνηση στον Woo είναι μελετημένη σύμφωνα με το σώμα και τη πλαστικότητα της κίνησης κάθε ηθοποιού, δεν έιναι τυχαία και απλώς «εφετζίδικη». Θεωρεί ότι ο Cruise σποκτά όλο του το μεγαλείο με 120 καρρέ/δευτερόλεπτο, ο Cage με 60 και καμμιά φορά 96, ενώ ο Travolta σταθερά με 96. (Οσο πιο πολλά καρρέ τραβά η μηχανή λήψης στο γύρισμα, τόσο μεγαλύτερη είναι η αργή κίνηση στη προβολή. Δηλαδή ο Cruise αποκτά τη πιο αργή κίνηση από τους τρείς ηθοποιούς). Όπως δηλώνει ο ίδιος ο σκηνοθέτης, συχνά, όχι μόνο στις σκηνές δράσης, αλλά στα πλάνα των ηθοποιών τραβά με δύο κάμερες, μια εκ των οποίων με περισσοτερα καρρέ (δηλαδή slow) χωρίς να το ξέρουν ούτε οι ίδιοι οι ηθοποιοί. Πιστεύει ότι μπορεί να αποθανατίσει μια χειρονομία, μια κίνηση, μια λεπτομέρεια και το πετυχαίνει.
Αρκετά συχνά επίσης, χρησιμοποιεί έναν ήχο κίνησης, κάτι σαν σπαθιά στον αέρα, στα κοντινά πλάνα των ηρώων του, όταν θέλει να τονίσει το συναίσθημα, όταν τους πιάνει σε κίνηση και βάζει έναν ήχο κίνησης. Ένα παράδειγμα μπορείτε να βρείτε στο 41ο λεπτό της ταινίας, μέσα στη φυλακή όταν ο Cage γυρίζει να δεί τον συγκρατούμενό του που τον αναγνώρισε. Αυτό το πολύ απλό τέχνασμα δημιουργεί ένταση, αλλά όχι νευρική, κάτι σαν την ένταση που δημιουργεί το καλό ταγκό, ερωτική, χορευτική…
Δεν είναι τυχαίο, βέβαια, ότι η ταινία προτάθηκε για Όσκαρ μοντάζ ήχου. Η λεπτομέρεια στη χρήση τους είναι πανέμορφα δουλεμένη. Εδώ η σιωπή λειτουργεί με έναν τελείως πρωτότυπο τρόπο. Σε σκηνές μεγάλης έντασης, ο σκηνοθέτης, αφού κινηθεί ανάμεσα σε μουσικές και αναπαραστατικούς ήχους, δηλαδή χτυπήματα, όπλα και άλλα ηχητικά παρελκόμενα της δράσης, πολλές φορές όταν θέλει να αλλάξει το ρυθμό, πράγμα που το κάνει συχνά, χρησιμοποιεί δύο κυρίως τρόπους. Ή αφαιρεί όλους του ήχους και αφήνει μόνο τη μουσική, την οποία ντύνει με εικόνες σε αργή κίνηση (η σκηνή του μακελειού στο σπίτι του ντήλερ) ή χρησιμοποιεί έναν ήχο για να δηλώσει τη σιωπή και την ένταση (τα παλαμάκια στο 44ο λεπτό μέσα στη φυλακή).
Όσο για τη μουσική, κυριαρχείται από το θέμα των δύο ηρώων, το οποίο φυσικά, είναι το ίδιο, αφού είναι και οι δύο απομίμηση του άλλου, αφού και οι δύο αποτελούν τη εκδοχή του καλού/ κακού. Όμορφο, μελωδικό, μένει στη μνήμη από την αρχή της ταινίας, όταν ο Archer κρατά στα χέρια του το νεκρό του αγόρι και λειτουργεί μάλλον συνοδευτικά στην αφήγηση.
Μέσα, όμως στο μεγαλύτερο μακελειό της ταινίας, χρησιμοποιεί αντιστικτικά ένα άλλο θέμα, αυτό της ταινίας ο Μάγος του Οζ, που το ακούει ο μικρός γιος του Τρόυ, ενώ γύρω του όλοι σκοτώνονται. Η μουσική αυτή αρχίζει από τα μικρά ακουστικά του παιδιού για να φτάσει να καλύψει όλη τη σκηνή και να αφαιρέσει τους ήχους. Τολμηρή, σοκαριστική σχεδόν, χρήση.
Ένα μελόδραμα, μια περιπέτεια από τις σπάνιες πια στο είδος, από έναν ευφυέστατο σκηνοθέτη, που δεν φοβάται να αγγίξει το συναίσθημα και να συγκινήσει.


Ηλέκτρα Βενάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια: