4 Αυγ 2008

Definitely, Maybe - Μια πολύ κακιά ταινία

Definitely, Maybe – 2008
Σενάριο – Σκηνοθεσία: Adam Brooks
Διανομή UIP
Μια πολύ κακιά ταινία

Την είδα εχτές, στον θερινό κινηματογράφο της Βουλιαγμένης με 7.30 ευρώ το εισιτήριο παρακαλώ. Τι παραπάνω έχει αυτή η αίθουσα δηλαδή; Ούτε καν το σωστό φορμά ήχου δεν έχει! Είναι απλώς μακρυά και κανείς δεν μπορεί να πάει αλλού σινεμά αν μένει στην περιοχή.... Αυτό είναι μόνο!
Έστω... ας μιλήσουμε όμως για την ταινία.

Πρόκειται για την αφήγηση ενός τριαντάχρονου πατέρα στην επτάχρονη (περίπου) κόρη του λίγο πριν υπογράψει τα χαρτιά του διαζυγίου με τη μητέρα της.
Της διηγείται λοιπόν τις ερωτικές του σχέσεις με τρεις γυναίκες που σημάδεψαν τη ζωή του, αλλάζοντας όμως τα ονόματά τους, ώστε να είναι η αφήγηση ευχάριστη για το παιδί.
Το οποίο, παρεμπιπτόντως ήταν ένα μικρομέγαλο που καταλάβαινε τα πάντα για έρωτες και σίγουρα πολλοί και πολλές από εμάς θα την πληρώναμε αδρά για σύμβουλο γάμου. Τι έξυπνο, τι ευαίσθητο, τι σωστό παιδί! Και τι σωστή κρίση! Ακόμα και στο τέλος, όταν πλέον κατάλαβε ποια από τις γυναίκες της αφήγησης ήταν η μητέρα του, αλλά και ποια τελικά αγαπά ο πατέρας του, δεν είχε κανένα μα απολύτως κανένα πρόβλημα να “ψήσει” την αγαπημένη του μπαμπά να ενδώσει. Δεν την πείραζε τελικά το διαζύγιο των γονιών της. Καθόλου! Αρκεί αυτός (ο μπαμπάς δηλαδή) να ήταν ευτυχισμένος!
Από την άλλη τι κομψότης, αυτή του μπαμπά, να θέλει να πάρει και τη μικρή του κόρη στην επίσκεψη έκπληξη στην αγαπημένη του που του είχε θυμώσει, για να τον συγχωρέσει.

Η καλύτερη ατάκα που ακούστηκε στην αίθουσα, προς το τέλος ήταν από μια φλύαρη κατά τα άλλα κυρία που καθόταν πίσω μου και σχολίαζε θετικά κατά το πρώτο μισάωρο ότι ήταν ενθουσιασμένη που είχε έρθει να δει αυτή την ταινία, που αυτός ο σκηνοθέτης, που έχει κάνει τόσες καλές ταινίες σίγουρα θα έχει κάνει πάλι το αριστούργημα...
Μετά σώπασε και προς το τέλος είπε, ή μάλλον ακριβώς στο τέλος, τρία λεπτά πριν το τέλος: Ας τον πάρει κάποια να τελειώνουμε! (τον πρωταγωνιστή εννοούσε). Πράγματι έτσι νιώθει κανείς σε αυτή την ταινία. Ας τον πάρει κάποια να τελειώσει η ταινία και η φλυαρία της!
Από την αρχή όμως, τα κακά μαντάτα ήταν φανερά. Η ταινία αρχίζει με μια απαράδεκτη μουσική επένδυση εν είδη αστείου που κάνει τόσο κουραστική τη σκηνή εισαγωγής που καταλαβαίνεις αυτομάτως ότι από ρυθμό θα έχουμε πρόβλημα. Έπειτα έρχεται το στόρυ.... Αλλά αυτό το περιγράψαμε. Αν και παραλείψαμε να αναφερθούμε στον έντονο ρατσισμό κατά του τσιγάρου, του αλκοόλ, των λαϊκών γυναικών και των λεσβιών. Επιπλέον, αν και είχε όλους αυτούς τους καθωσπρεπισμούς η ταινία χαρακτηρίστηκε ακατάλληλη για άτομα κάτω των 13 για σεξουαλικό περιεχόμενο και κάπνισμα!!!! Έλεος!

Και έπειτα έρχεται η κατασκευή. Τι ευκολίες... τι μέτριες μονταζιακές λύσεις που φαινόντουσαν και ευφάνταστες! Τι σκηνοθετική κοινοτοπία! Τι αδιάφορος ήχος! Αυτό που πάντα μένει ακόμα και στις χειρότερες αμερικάνικες παραγωγές είναι πάντως οι ερμηνείες. Πάντα είναι συνεπείς τουλάχιστον, δεν είναι κακές, δεν είναι καλές, αλλά οι ηθοποιοί βλέπονται.
Δεν είναι δυνατόν όμως τέτοιες ταινίες να βρίσκουν τόσο καλή διανομή και να τρέχουμε να τις δούμε, για να δούμε κάτι ευχάριστο, ενώ συγχρόνως “καίμε” με ευκολία τις ελληνικές παραγωγές. Όταν βλέπεις τέτοιες ταινίες καταλαβαίνεις την αδικία που γίνεται εις βάρος των ελληνικών παραγωγών.
Δεν αντιλέγω ότι οι περισσότερες αμερικάνικες ταινίες, ακόμα και όταν δεν είναι καλές, είναι εύπεπτες, καλές για το καλοκαίρι και για τον χειμώνα, αλλά αυτή εδώ ήταν φαιδρή! Μια παραγωγή που αν ήταν ελληνική το κέντρο κινηματογράφου θα την πέταγε στα σκουπίδια και οι διανομείς ούτε που θα έβλεπαν τη κόπια. Λέτε η διαφορά να είναι μόνο στην ηθοποιία; Οι διανομείς και οι επιλογές και το γούστο τους και οι συμφωνίες του φυσικά, λέτε να μην παίζουν κανένα ρόλο;
Διαβάστε περισσότερα ...