2 Φεβ 2008

VITAPHONE H MOVIETONE? ( Ι )

Από τις πρώτες παρουσιάσεις του Kinétoscope το 1894 οι μηχανικοί και οι άνθρωποι του θεάματος προσπαθούσαν να βάλουν ήχο στον κινηματογράφο, να δημιουργήσουν συστήματα εγγραφής και αναπαραγωγής του ήχου. Άπειρες απόπειρες, άπειρες αποτυχίες. Το σημαντικότερο πρόβλημα όλων ήταν που θα χωρέσει ο ήχος πάνω στο φιλμ και πως θα παραμένει σύγχρονος. Επίσης η απαράδεκτη ποιότητα του ήχου καθυστερούσε την είσοδο του στον κινηματογράφο. Τα σημαντικότερα προβλήματα ήταν ο συγχρονισμός με την εικόνα και κυρίως η ενίσχυση του ήχου ώστε να ακούγεται καλά στην αίθουσα.
Χρειάστηκαν τριάντα τρία χρόνια για να γίνει πραγματικότητα αυτή που θεωρείται ως πρώτη ταινία με ήχο. Πρόκειται για την ταινία Ο Τραγουδιστής της Τζαζ (The Jazz Singer) του Άλαν Κρόσλαντ (Alan Crosland) με τον Άλ Τζόλσον (Al Jolson).
Μέσα σε αυτά τα τριάντα τρία το κοινό είχε εξοικειωθεί με τον ήχο στον κινηματογράφο, είτε αυτός παιζόταν από ζωντανές ορχήστρες και ειδικές ομάδες ανθρώπων, είτε από τις ταινίες που παρουσιάζονταν κατά καιρούς με διάφορα πειραματικά συστήματα ήχου, όπως Phonorama, Cinemacrophonographe, Chronomegaphone, Cinephone και άλλα.
Από το 1896 ο Auguste Baron, πρώην υπάλληλος των Αδελφών Lumière, κατάφερε να εγγράψει σύγχρονα (κλειδώνοντας την κάμερα σε σύγχρονο γύρισμα με ένα φωνόγραφο) αλλά μην έχοντας τη δυνατότητα αναπαραγωγής των δίσκων, η εφεύρεσή του έμεινε άχρηστη. O Charles Pathé με τον Ferdinand Zecca πειραματίζονται με τον ήχο από το 1899, όπως μας λέει ο μεγάλος ιστορικός Georges Sadoul. Επίσης, από το 1918 στην Γερμανία έχουν γίνει επιτυχείς κατά κάποιο τρόπο απόπειρες εγγραφής του ήχου πάνω στην ταινία, αλλά η Γερμανία τότε δεν ανήκε στις μεγάλες κινηματογραφικές βιομηχανίες και έτσι πολλές από αυτές τις εφευρέσεις δεν προχώρησαν. Παρ’όλα ταύτα, γύρω στα 1923 αρχίζουν να προβάλλονται με το σύστημα του Lee de Forest, Phonofilm, ταινίες μικρού μήκους με ήχο εγγεγραμμένο πάνω στην ταινία. Η ποιότητα όμως του ήχου ήταν μέτρια έως απαράδεκτη στην αναπαραγωγή τους στην αίθουσα.
Η ιστορία της γέννησης του κινηματογραφικού ήχου ακόμα γράφεται, διότι οι απόπειρες ήταν πολλές σε όλες τις περιοχές του πλανήτη και η καταγραφή τους ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί. Όμως η αμερικάνικη βιβλιογραφία μας δίνει επαρκείς πληροφορίες για το τι συνέβηκε στις ΗΠΑ εκείνη την εποχή.

Το 1926 παρουσιάζεται σε μικρές δημόσιες προβολές το σύστημα Vitaphone, με τον ήχο εγγεγραμμένο σε δίσκο και ο πόλεμος του ήχου αρχίζει[1]. Η Warner, είναι η πρώτη εταιρεία που το υιοθετεί. Οι " Μεγάλοι 5 " (M.G.M, Universal, Paramount, First National και Producers'Distributing Corp./P.D.G.) δεν δέχονται να πληρώνουν δικαιώματα στην ανταγωνιστική εταιρεία λόγω φόβου απώλειας κύρους.
Αντίθετα, η Fox αρνείται να μπει στον πόλεμο των Talkies και στις 8 Γενάρη του 1927 υπογράφει με τη Warner αμοιβαίο συμφωνητικό για τη χρήση των συστημάτων ήχου σε όποιες αίθουσες, αυτές οι εταιρείες, είχαν τον έλεγχο.

Η Fox, εν τω μεταξύ, είχε ιδρύσει την Fox-Case Corporation η οποία είχε ως στόχο την ανάπτυξη και διάδοση του συστήματος ήχου εγγεγραμμένου επάνω στην ταινία. Λίγους μήνες αργότερα ο Harry Warner υποχρεώνεται να ανακοινώσει ότι πρόσθεσαν στη μηχανή τους ένα επιπλέον εξάρτημα κι έτσι μπορούν να παίζουν ταινίες Vitaphone και το σύστημα ...της Fox. H Fox-Case ονομάζει το σύστημά της Movietone.[2]

Πέρα από μικρές σποραδικές προβολές Movietone, η πρώτη μεγάλη δημόσια μεγάλη προβολή γίνεται στις 25 Μαίου 1927, στο Sam.H.Harris Theatre. Προβάλλεται η ταινία Seventh Heaven του Frank Borzage. Η μεγάλη επιτυχία του Movietone αρχίζει όταν προβάλλεται η Αυγή (Sunrise) του F.W.Murnau[3] με μουσική και ηχητικά εφέ, στις 23 Σεπτεμβρίου 1927, στο Times Square Theatre της Νέας Υόρκης.

Η Warner με το Vitaphone προβάλλει στις 6 Αυγούστου 1926 το Don Juan του Alan Crosland και στις 6 Οκτώβρη του 1927 παρουσιάζει τη μεγάλη επιτυχία του ίδιου σκηνοθέτη, το The Jazz Singer με τον Al Jolson στο Warner Theatre της Νέας Υόρκης. Η ταινία αυτή έμεινε στην ιστορία του σινεμά ως η πρώτη ομιλούσα ταινία αν και όπως αναφέραμε ήδη αυτό ιστορικά δεν είναι απολύτως σωστό. Δεν είχε ιδιαίτερους διαλόγους, μόνο τραγούδια συγχρονισμένα, μουσική φυσικά και ήχους. Σ' αυτή την ταινία, η ιστορία λέει, ότι ακούγεται από τον διάσημο, τότε, σταρ Al Jolson, η αξέχαστη φράση " Wait a minute. Wait a minute. You ain't heard nothin'yet!", η οποία ήταν φράση των γυρισμάτων που τελικά την άφησαν, ως συμβολική, μέσα στην ταινία. Όλο κι όλο το σύγχρονο γύρισμα της ταινίας δεν ήταν πάνω από δύο λεπτά!
Μέχρι το 1933 συνυπήρχαν και τα δύο συστήματα. Οι παραγωγοί έβγαζαν κόπιες και για τα δύο συστήματα για τις 200 περίπου αίθουσες τις Αμερικής. Σιγά, σιγά επιβλήθηκε το Movietone διότι ο δίσκος είχε σοβαρότατα προβλήματα συγχρονισμού.
Σήμερα, αντιμέτωποι με νέες τεχνολογικές εξελίξεις, ας αφήσουμε την ιστορία να μας θυμίσει ότι οι δύο τάσεις αναπαραγωγής του ήχου στην αίθουσα δεν είναι καινούργιες. Αυτές οι δύο, επιμένουν να ανταγωνίζονται ακόμα και σήμερα η μία την άλλη (Dolby Digital –DTS).

Τι προκάλεσε όμως αυτή την τεράστια επιτυχία της ταινίας; Δεδομένου ότι και οι μεγάλοι παραγωγοί και οι σκηνοθέτες δεν ήταν ακόμα πραγματικά θετικοί απέναντι σε μια τόσο μεγάλη αλλαγή. Η επιτυχία της ταινίας αυτής κατά μεγάλη μερίδα των θεωρητικών και ιστορικών του κινηματογραφικού ήχου αποδίδεται στην καλύτερη ποιότητα της ηχητικής αναπαραγωγής στην αίθουσα. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν και τα ηχεία της αίθουσας τα οποία ήταν σχετικά κατευθυντικά και έσπρωχναν τον ήχο προς τον θεατή. Η ποιότητά τους ήταν πολύ καλύτερη από αυτά που είχαν χρησιμοποιηθεί στις προηγούμενες απόπειρες.

Με την είσοδο του ήχου στον κινηματογράφο πολλά άλλαξαν στη κινηματογραφική γλώσσα. Ο βωβός κινηματογράφος πεθαίνει και παίρνει μαζί του μια ολόκληρη τεχνογνωσία που πρέπει να ξανά-ανακαλυφτεί.
Στην αρχή το μόνο σημαντικό ήταν να ακούγεται η φωνή. Η φωνή, που έμοιαζε πολύ με αυτήν που ακούμε συνήθως στο τηλέφωνο: μικρό εύρος μπάντας, κεντρικές συχνότητες, σκληρή χροιά. Τα μικρόφωνα ήταν μικρής ευαισθησίας και οι ηθοποιοί ήταν υποχρεωμένοι να φωνάζουν δυνατά. Η μηχανή λήψης ξανά ακινητοποιείται ή τέλος πάντων γίνεται πάλι δυσκίνητη για τεχνικούς λόγους.
Στην αρχή του ομιλούντος η κάμερα κλείστηκε σε ένα τεράστιο κουβούκλιο για να απομονώσει τους θορύβους κάτι που επηρέασε κατά πολύ την ελευθερία της. Πολύ σύντομα όμως οι κάμερες έμπαιναν σε φορητά κουβούκλια και μάλιστα μέσα μόλις το 1929 κατασκευάστηκαν κάμερες με ενσωματωμένο το μονωτικό υλικό το λεγόμενο blimp και βρήκαν την ανεξαρτησία τους. Ένα μικρόφωνο τοποθετημένο μόλις 2.5 μέτρα μακριά από την κάμερα, δεν είχε κανένα απολύτως πρόβλημα να γράψει ήχο χωρίς το θόρυβο της μηχανής. Το δεν μπουμ αρχίζει να χρησιμοποιείται από τα τέλη του 1927 και βελτιώνεται μέχρι το 1931 όπου πλέον το βρίσκει κανείς σε κάθε παραγωγή. Τα φώτα επίσης άλλαξαν, διότι επηρέαζαν τον ήχο, τα μικρόφωνα βελτιώθηκαν, η έννοια της διπλής μπάντας (μια για τον ήχο μια για την εικόνα) μπαίνει στη ζωή των κινηματογραφιστών.
Στα πρώτα τρία με τέσσερα χρόνια ο ήχος γραφόταν παράλληλα με την εικόνα στο ίδιο φιλμ. Έτρεχε 20 καρέ πιο μπροστά για να περάσει από τη δική του κεφαλή και τα πράγματα ήταν ιδιαίτερα δύσκολα. Σύντομα όμως ο οπτικός ήχος άρχισε να γράφεται παράλληλα με την εικόνα στη δική του μηχανή λήψης, πάνω σε ειδικό φιλμ το λεγόμενο οπτικό φιλμ. Το φιλμ αυτό έπρεπε να εμφανισθεί και να τυπωθεί κανονικά όπως τα φιλμ εικόνας. Έτσι, τον ήχο δεν μπορούσε κανείς να τον ακούσει παρά μόνο αφού τυπωνόταν.
Συγχρόνως, καταργούνται οι ενδιάμεσοι τίτλοι διότι τους αντικαθιστά ο ηχητικός διάλογος. Κατά συνέπεια, η αισθητική αλλάζει, διότι οι μεσότιτλοι αποτελούσαν αφηγηματικές παύσεις οι οποίες πλέον δεν υπάρχουν. Αρχίζουν να γίνονται απαραίτητοι οι μεταγλωττισμοί για ταινίες που προβάλλονται και στο εξωτερικό . Το ντουμπλάζ γενικεύεται το ’34 με ’35.
Επίσης το μήκος των πλάνων αλλάζει. Την περίοδο 1912-1917 το μέσο μήκος πλάνου στις ΗΠΑ είναι 9,6 δευτερόλεπτα και στην Ευρώπη 15. Την περίοδο 1918-1923 το μήκος πέφτει στα 6,5 δευτερόλεπτα στις ΗΠΑ και 8,6 στην Ευρώπη. Το μέσο μήκος πλάνου στο Θωρηκτό Ποτέμκιν είναι 3 δευτερόλεπτα. Με την είσοδο του ήχου και για την περίοδο 1928-1933 το μήκος μεγαλώνει στα 10,8 για τις ΗΠΑ για να ξανακατέβει στα τέλη της περιόδου του ΄30 στα 8,5 και 12 στην Ευρώπη.[4]

Η βασικότερη τεχνική αλλαγή που συνέβηκε με την έλευση του ήχου στον κινηματογράφο είναι η αλλαγή ταχύτητας των καρέ. Μέχρι τότε η προβολή της εικόνας ήταν στα 16 καρέ με 18 το δευτερόλεπτο. Το μάτι μπορούσε να δει τη συνέχεια μιας κίνησης με αυτή την ταχύτητα. Όταν ο οπτικός ήχος έγινε γεγονός η ταχύτητα αυξήθηκε κατά 50% έφτασε δηλαδή στα 24 καρέ για να μην «σκάει» η εικόνα του οπτικού ήχου. Αργότερα με το έγχρωμο ενώ υπήρξαν σκέψεις, για λόγους οικονομίας να επανέλθουν στα 16 καρέ είδαν ότι αν κατέβαιναν θα είχαν φαινόμενα φλίκερ και έτσι καθιερώθηκε ως στάνταρ τα 24 καρέ.

Οι αντιδράσεις από τη μεριά των μουσικών που εργαζόντουσαν στους κινηματογράφους της εποχής ήταν μεγάλες και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Κατά τη στατιστική υπηρεσία των ΗΠΑ το 1928 γύρω στις 20000 μουσικοί εργαζόντουσαν στους κινηματογράφους και μέσα σε δύο χρόνια 9.885, δηλαδή περίπου το 50% ήταν πλέον άνεργοι. [5] Οι κριτικοί επίσης του κινηματογράφου αντέδρασαν στην έλευση του ήχου, προσδίδοντας στον βωβό κινηματογράφο τον τίτλο της μεγάλης τέχνης που μέχρι πρότινος του αρνιόντουσαν. Όμως κάποιοι μουσικοί, προσελήφθηκαν από τις εταιρίες παραγωγής για τη μουσική των μιούζικαλ κυρίως. Το ζεύγος Gershwin, ο George και η Ira, προς τα τέλη του 1929 έκλεισε συμβόλαιο με την Fox για τη μουσική και τους στίχους του πρώτου μιούζικαλ της εταιρίας. [6] Παράλληλα όμως δημιουργήθηκαν νέες θέσεις εργασίας για την προβολή της ταινίας. Εκεί που οι αίθουσες είχαν έναν υπεύθυνο προβολής και έναν βοηθό για να χειρίζονται μια μηχανή προβολής βωβών ταινιών, πλέον ήταν απαραίτητοι δύο εξειδικευμένοι υπάλληλοι να χειρίζονται τη μηχανή με ήχο. Επίσης, οι σύλλογοι των κουφών αντιστάθηκαν στην είσοδο του ήχου, διότι πλέον δεν καταλάβαιναν τις ταινίες, οι σύλλογοι των τυφλών όμως βρήκαν μια καινούργια διασκέδαση.

Ο ρόλος του σεναριογράφου επίσης άλλαξε. Πλέον ήταν απαραίτητο να γνωρίζει κανείς να γράφει διάλογο και μάλιστα αυτός ο διάλογος να είναι γλαφυρός και να ακούγεται καλά. Οι ηθοποιοί επίσης άλλαξαν. Πολλοί δεν κατάφεραν να προσαρμοστούν στις αλλαγές της τεχνικής που απαιτούσε ο νέος αυτός κινηματογράφος. Αρκετοί επίσης δεν μπόρεσαν να επιβιώσουν στο χώρο αυτό λόγω ακαταλληλότητας της φωνής τους, άλλοι πάλι έγιναν διάσημοι από αυτό το μέχρι τότε άχρηστο χάρισμα. Κάποια από τα κινηματογραφικά είδη του βωβού κινηματογράφου σιγά, σιγά εξαφανίστηκαν, ενώ οι αστυνομικές ταινίες, και οι ταινίες μυστηρίου άρχισαν να ζουν μια μεγάλη άνθιση. Νέα είδη, όπως το μιούζικαλ και η gag κωμωδία -με πρωτοπόρους τους αδελφούς Μαρξ- εμφανίστηκαν.

Πρέπει φυσικά να διευκρινίσουμε ότι οι διαφωνίες εκείνη την εποχή με την είσοδο του ήχου στον κινηματογράφου δεν ήταν χωρίς λόγο. Ο ήχος των πρώτων χρόνων του ομιλούντος κινηματογράφου ήταν πραγματικά απαράδεκτος. Σε κάποιες θέσεις στις αίθουσες η φωνή των ηθοποιών δεν ακουγόταν σχεδόν καθόλου, ενώ στις κεντρικές ήταν πολύ δυνατά. Έπρεπε να φτάσουμε στα μέσα της δεκαετίας του ’30 ώστε αυτά τα τεχνικά προβλήματα να βελτιωθούν.
Στην Ευρώπη ανάλογα συστήματα με το Movietone άρχισαν να κυκλοφορούν. Εν τω μεταξύ όμως, οι αμερικάνικες εταιρίες που έλεγχαν τα δύο ηχητικά τους συστήματα απαγόρευαν στις αίθουσες να παίζουν ταινίες που δεν ήταν δική τους παραγωγή. Αν και αποδείχτηκε παράνομο από όλα τα ευρωπαϊκά δικαστήρια, ο ενδιάμεσος χρόνος αρκούσε ώστε να δημιουργήσει πόλωση μεταξύ αμερικάνικου και ευρωπαϊκού κινηματογράφου.

Τέλος, είναι σημαντικό να επισημάνουμε ότι οι τεχνικές και τεχνολογικές εξελίξεις στην εικόνα (έγχρωμο φιλμ, μεγάλο φορμά) δεν επηρέασαν ποτέ τόσο δραστικά τη κινηματογραφική γλώσσα όσο την επηρέασαν οι εξελίξεις του ήχου. Η είσοδος του ήχου άλλαξε ολόκληρο τον κινηματογράφο. Έγινε άλλο είδος. Με την είσοδο του πολυκάναλου ήχου ανατράπηκε παντελώς η αφήγηση. Με τις εξελίξεις στην εικόνα δεν έχουμε δει τόσο ριζικές αλλαγές.

Σημειώσεις

[1] Οι κόπιες των 35mm δηλαδή, συνοδεύονταν από έναν δίσκο φωνόγραφου για κάθε μπομπίνα. [2] -Evan William Cameron: SOUND AND THE CINEMA, Redgrave Publishing Company, 1980.
-Harry M. Geduld: THE BIRTH OF THE TALKIES, Indiana University Press, 1975.
[3] Το Sunrise είναι η πρώτη ταινία του Γερμανού σκηνοθέτη F.W.MURNAU στο Χόλιγουντ. Η Fox του παρείχε όλα τα μέσα της εποχής, μετά από την επιτυχία που είχαν στις Η.Π.Α. οι γερμανικές του ταινίες. Κατά Sadoul, η καλύτερη ταινία του Murnau.
[4] Αυτές οι πληροφορίες βρίσκονται στο βιβλίο του Barry Salt «Film Style and Technology: History and Analysis», Starword, London, 1983 και 1992
[5] Monthly Labor Review, U.S. Bureau of Labor Statistics, Αύγουστος 1931, σελίδα 262, όπως αναφέρεται στο βιβλίο The Birth of Talkies, του Harry M. Geduld, Indiana University Press, 1975, σελ. 254
[6] Ibid, σελ. 256

Ηλέκτρα Βενάκη, 2001 -2007



Δεν υπάρχουν σχόλια: