2 Φεβ 2008

Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ, 1998, Η.Π.Α.
The General
A/M, έγχρωμο, 124 λεπτά, 2.35:1, Dolby Digital
Σκηνοθεσία: John Boorman
Σενάριο: John Boorman, Paul Williams
Φωτογραφία: Seamus Deasy
Μοντάζ: Ron Davis
Ήχος: Brendan Deasy, Michelle Cunniffe, John Fitzerald
Μουσική: Richie Buckley
Παίζουν: Brendan Gleeson, Jon Voight, Adrian Dunbar, Maria Doyle Kennedy, Angelina Ball.


Το 1981 ο Τζον Μπούρμαν πέφτει θύμα ληστείας στο σπίτι του στο Δουβλίνο. Η αστυνομία θεωρεί πιθανότερο ένοχο τον διάσημο ήδη εκείνη την εποχή λωποδύτη, Μάρτιν Κάιλ, επονομαζόμενο και ως «ο Στρατηγός». Από τότε ο Μπούρμαν παρακολουθεί τη πορεία του Στρατηγού, μαζεύει στοιχεία, νιώθει γοητευμένος από τη ζωή και το έργο του. Το 1994 ο Στρατηγός δολοφονείται και το 1996 ο Μπούρμαν αποφασίζει να κάνει μια ταινία πάνω στη ζωή του. O Paul Williams, συντάκτης ποινικού ρεπορτάζ, είχε μαζέψει πολλά στοιχεία για τη ζωή και το έργο του Στρατηγού και γράφει ένα βιβλίο με τον ομώνυμο τίτλο. Ο Μπούρμαν αγοράζει τα δικαιώματα και το 1998 παρουσιάζει στις Κάνες την ταινία του με θέμα την άνοδο και τη πτώση ενός από τις θρυλικότερες μορφές των παράνομων της σύγχρονης Ιρλανδίας.

Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ή κατά κόσμο Μάρτιν Κάιλ ήταν ένας από τους διασημότερους και προσφιλέστερους κακοποιούς της δεκαετίας του 1980. Έκανε εντυπωσιακές ληστείες γελοιοποιώντας συνεχώς τους φορείς κοινωνικών θεσμών: τους πολιτικούς, τους θρησκευτικούς ηγέτες, την αστυνομία, τις διάφορες οργανώσεις κλπ. Γεννήθηκε το 1949 στο Δουβλίνο σε μια φτωχή οικογένεια με δώδεκα παιδιά. Από μικρός κλέβει διάφορα πράγματα, κυρίως τροφή, για την επιβίωση της οικογένειάς του. Στα δεκαέξι του συλλαμβάνεται για πρώτη φορά και καταδικάζεται σε δύο χρόνια σε αναμορφωτήριο. Εκεί θα αντιμετωπίσει τις ερωτικές βλέψεις παιδεραστών κληρικών και θα ξεκαθαρίσει μια για πάντα τη θέση του με την εκκλησία. Στα είκοσί του συλλαμβάνεται πάλι για κατοχή κλοπιμαίων και θα καταδικαστεί σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση, τη μεγαλύτερη ποινή που έκτισε ποτέ. Βγαίνοντας, δημιουργεί δική του συμμορία και αρχίζει τις οργανωμένες ληστείες. Τότε, γύρω στις αρχές της δεκαετίας του 1980, του δίνεται το υποκοριστικό Στρατηγός διότι δεν άφηνε τίποτα στη τύχη. Οργάνωνε τις ληστείες με τη μεγαλύτερη λεπτομέρεια και τις εκτελούσε με απόλυτη πειθαρχία. Εκείνη τη δεκαετία ο Κάιλ απασχόλησε πολύ τα μέσα ενημέρωσης, όμως κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ότι τον είχε δει καλά. Εμφανιζόταν πάντα με σκεπασμένο το πρόσωπο, είτε κρύβοντάς το με τα χέρια του είτε φορώντας κουκούλες και σκούφους. Η προσωπική του ζωή επίσης είχε απασχολήσει τη κοινή γνώμη, για τη διπλή ερωτική σχέση που είχε με τη γυναίκα του και την αδελφή της. Έμεναν όλοι μαζί και είχε κάνει παιδιά και με τις δύο.

Για τον Κάιλ η κλοπή ήταν επάγγελμα και όχι χόμπι ή έξη. Θεωρήθηκε από τις λαϊκές τάξεις σαν ένα είδος Ρομπέν των Δασών αν και αυτό το γεγονός παραμένει περισσότερο μύθος παρά πραγματικότητα. Θρυλική έχει μείνει η ληστεία του χρυσοχοείου Ο’Connor απ’ όπου απολύθηκαν εκατό εργαζόμενοι την επόμενη της ληστείας καθώς και η κλοπή των έργων τέχνης από τη συλλογή του Sir Alfred Beit. Η ιρλανδέζικη αστυνομία, μετά τη ληστεία των πινάκων, από το Δεκέμβρη του 1987, άρχισε να παρακολουθεί στενά επί 24ώρου βάσεως τον Κάιλ και τους συνεργάτες του. Υπό τη πίεση αυτή, η συμμορία διαλύθηκε. Ο Κάιλ έφτιαξε καινούρια συμμορία με νεαρούς κακοποιούς. Ώσπου στις 18 Αυγούστου του 1994 ο Στρατηγός δολοφονήθηκε και ο ΙRΑ ανέλαβε την ευθύνη. Οπως φαίνεται από την ιστορία τα συμφέροντα των δύο ομάδων, αυτής του IRA και της συμμορίας του Στρατηγού συγκρούονταν αρκετά συχνά. Ο ΙRΑ είχε προσπαθήσει να κλέψει το O’Connor αλλά δεν τα είχε καταφέρει, ενώ το 1974 είχε κλέψει δεκαεννέα πίνακες από τη συλλογή του Sir Alfred Beit, αξίας 8 εκ. Αγγλικών λιρών. Όλα τα έργα βρέθηκαν λίγο αργότερα. Ο Στρατηγός και η ομάδα του έκλεψαν το Μάιο του 1986 δεκαοκτώ πίνακες αξίας 30 εκ. Αγγλικών λιρών, οι οποίοι βρέθηκαν σταδιακά, ενώ ένας από αυτούς βρέθηκε δύο μόλις μήνες πριν, μετά από συμφωνία της αστυνομίας με έναν γνωστό γκάγκστερ. Αν προσθέσουμε δε ότι ο Στρατηγός δεν είχε πολιτική θέση και συνεργαζόταν ακόμα και με φιλοβασιλικές παραστρατιωτικές οργανώσεις, είναι φυσικό να είχε προκαλέσει τη δυσαρέσκεια του ΙRΑ. Οι λόγοι της δολοφονίας του όμως παραμένουν ακόμα θολοί. Πολλοί θεώρησαν ότι το σκότωσαν για τις επαφές του με τους βασιλικούς παραστρατιωτικούς. Άλλοι βέβαια λένε ότι υπήρχαν πολλοί άλλοι λόγοι, διακίνηση ναρκωτικών, ξεκαθάρισμα λογαριασμών και πάρομοια.

Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΚΑΙ Ο ΜΠΟΥΡΜΑΝ γνωρίστηκαν -χωρίς να συναντηθούν φυσικά- το 1981 όταν ο πρώτος έκλεψε το σπίτι του δεύτερου. Ανάμεσα στα κλοπιμαία ήταν και ο χρυσός δίσκος από το soundtrack της ταινίας του Μπούρμαν «Deliverance». Ο Στρατηγός όμως δεν ήξερε ότι οι «χρυσοί δίσκοι» δεν είναι χρυσοί! Αυτό το στοιχείο ο Μπούρμαν με μεγάλη τρυφερότητα το έχει ενσωματώσει στη ταινία. Είναι σαφές καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας ότι ο σκηνοθέτης είναι γοητευμένος από τον Μάρτιν Κάιλ. Ολα τα κωμικά στοιχεία που υπάρχουν διάσπαρτα στη ταινία -και είναι αρκετά- υποστηρίζουν ακριβώς αυτό: ότι ο Μάρτιν, η οικογένειά του και οι φίλοι του περνούσαν καλά με τη ζωή που είχαν διαλέξει. Η ζωή τους ήταν μια επιλογή πραγμάτων που θα οδηγούσαν όμως αναπόφευκτα σε τραγικό τέλος.

Εδώ, ο Μάρτιν Κάιλ είναι ένας ηθικός άνθρωπος γεμάτος αντιφάσεις, όπου η ηθική του απλούστατα δεν είναι η τρέχουσα της εποχής. Τα έχει με όλους και με όλα, με τους θεσμούς, τη κρατική μηχανή, τους ξένους, τους δειλούς, τους προδότες, τους πλούσιους, υποστηρίζει την ομάδα του, αλλά και τιμωρεί ανηλέητα οποιονδήποτε θεωρεί ικανό να τον προδώσει. Αγαπά την οικογένεια του, άσχετα αν έχει δύο γυναίκες, είναι πιστός σύζυγος και καλός οικογενειάρχης. Όλοι μέσα στην οικογένεια, απ’ότι φαίνεται, γνώριζαν «τη δουλειά του μπαμπά», δινόντουσαν παραγγελίες για τραινάκια και άλλα πράγματα, η μικρή του κόρη έπαιζε με τη κουκούλα της δουλειάς, όλοι εν ολίγοις ήταν συμφιλιωμένοι με αυτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Στρατηγός δεν ήταν σκληρός άνθρωπος, αντίθετα, υπάρχουν σκηνές μέσα στη ταινία που σταματούν πάνω σε αυτό το χαρακτηριστικό, με αποκορύφωμα τη σταύρωση στο τραπέζι του μπιλιάρδου ενός στενού του συνεργάτη, γεγονός που είχε πράγματι συμβεί. Παρ’ όλα ταύτα, όταν πείθεται για την αθωώτητά του δεν αργεί να τον οδηγήσει ο ίδιος στο νοσοκομείο. Αντίθετα όταν μαθαίνει τη πράξη αιμομιξίας του στενού του συνεργάτη Γκάρυ τον τραυματίζει δήθεν τυχαία στο γόνατο. Εδώ όμως ο Στρατηγός προσπαθεί να προστατέψει την Μέι, ενώ αντίθετα, εκείνη την εποχή είχε ακουστεί ότι την είχε απειλήσει. Η υπόθεση δε με τα ναρκωτικά ποτέ δεν ξεκαθαρίστηκε πλήρως. Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο Στρατηγός και η συμμορία του ήταν πράγματι μπλεγμένοι στο εμπόριο ναρκωτικών, στη ταινία όμως υπερισχύει η αντίθετη άποψη, αρκετά ισχυρή ακόμα και στην εποχή της ότι ο Στρατηγός δεν είχε καμμία απολύτως σχέση με όλα αυτά. Ισως να ήταν και έτσι, κανείς δεν ξέρει πραγματικά. Ο Μπούρμαν πάντως δικαιολογεί συνεχώς τον Στρατηγό, του χαρίζεται, μας παρουσιάζει έναν σύνθετο αλλά ακαίρεο και άκρως ενδιαφέροντα χαρακτήρα. Μια σύνθετη προσωπικότητα που κουβαλούσε το βάρος της μοίρας της. Σκληρός και τρυφερός, αστείος και σοβαρός, αρχηγός και μόνος, οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια από το ζενίθ στο ναδίρ.

Ο Μπούρμαν θέλοντας να τονίσει τη τραγικότητα του ήρωα ξεκινά την ταινία με τον φόνο του. Ενα φόνο τόσο αριστοτεχνικά κινηματογραφημένο, που, όταν επανέρχεται στο τέλος της ταινίας, ο θεατής έχει φορτιστεί συναισθηματικά, γνωρίζει ότι ο Στρατηγός βγαίνει τώρα από το σπίτι του για να πάει να σκοτωθεί και νιώθει μια βαθιά θλίψη, έναν αποχωρισμό.
Διάφορες δε εξαιρετικές λεπτομέρειες στο σενάριο αναδεικνύουν τον χαρακτήρα που ο μύθος έχει δημιουργήσει. Ο Στρατηγός κυκλοφορεί πάντα με ένα θερμός ζεστό τσάι και μερικές φορές μάλιστα με δύο θερμός! Το ένα περιέχει τσάι με ζάχαρη και το άλλο σκέτο. Η ψυχραιμία του είναι τέτοια ώστε να θέλει να προσφέρει τσάι στους συνεργάτες του κάτω από τη μύτη της αστυνομίας, όταν περιμένουν να κάνουν τη ληστεία των πινάκων. Φορά δε μονίμως μπλουζάκια με γουρουνάκια, με ένα γουρουνάκι ή με τρία γουρουνάκια ή με πολλά γουρουνάκια όταν θέλουν να μπερδέψουν την αστυνομία.

Ο ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΤΟΥ ΜΠΟΥΡΜΑΝ είναι μάλλον διαφορετικός από τον πραγματικό. Αρκετά από τα στοιχεία της πραγματικής του ζωής υπάρχουν φυσικά στη ταινία, αλλά δεν πρόκειται επουδενί για μια πιστή βιογραφία. Ο Μπούρμαν κάνει στην ουσία μια κλασική γκανγκστερική ταινία πάνω σε μια θρυλική γοητευτική μορφή, όπως είναι εξάλλου οι περισσότεροι ήρωες αυτού του κινηματογραφικού είδους. Τα πραγματικά γεγονότα όμως που περιγράφονται σε αυτή τη ταινία είναι αρκετά πρόσφατα. Πολλοί από τους ήρωες της ταινίας είναι ακόμα και σήμερα ζωντανοί, είναι υπαρκτά πρόσωπα με ιστορία. Η επιλογή του ασπρόμαυρου φίλμ φάνηκε στον σκηνοθέτη απαραίτητη. Το ασπρόμαυρο έχει αυτή την ιδιότητα, να δίνει μια απόσταση στα πράγματα. Να καλεί το παρελθόν, να αφήνει μια διάσταση ονειρική να πλανάται στην ατμόσφαιρα. Για τον Μπούρμαν, ο Στρατηγός έπρεπε να μείνει στη μνήμη σαν μια αρχετυπική φιγούρα, ένας μύθος και το ασπρόμαυρο προσδίδει πιο εύκολα αυτό το συμβολισμό. Αυτή η επιλογή, αυτή η αισθητική επιλογή προκάλεσε σημαντικές αλλαγές στη παραγωγή της ταινίας. Έσπρωξε τον Μπούρμαν να κάνει την ταινία του έξω από τα κινηματογραφικά αμερικανικά στούντιο που θα τον υποχρέωναν να την γυρίσει έγχρωμη, ως απαραίτητη προυπόθεση για την εμπορικότητά της. Επίσης η επιλογή του βασικού ηθοποιού ήταν δεσμευτική για τη συνεργασία στη παραγωγή με τα μεγάλα στούντιο. Ο Μπρένταν Γκλίσον δεν εθεωρείτο ικανός να ανεβάσει στα ύψη το box-office! Κι όμως! Πόσο μεγάλο λάθος έκαναν. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας κανείς θεατης δεν σκέφτεται ότι ο Μπρένταν Γκλίσον «παίζει» τον Στρατηγό. Ο Μπρένταν Γκλίσον είναι ο Στρατηγός, όπως ο Μάρλον Μπράντο είναι ο Νονός. Η δε σκηνοθεσία είναι εκπληκτικής φινέτσας και γι’ αυτό δίκαια τιμήθηκε στο φεστιβάλ των Καννών. Δύο ανάποδες πανοραμικές κινήσεις στην αρχή της ταινίας, μια στο πτώμα του Κάιλ, μια στο πρόσωπο του επιθεωρητή Κένι, του ανθρώπου που τον κυνήγησε όσο κανένας άλλος όσο ήταν ζωντανός και η αντίστροφη κίνηση του φόνου, από το παρόν στο παρελθόν, δίνουν το έναυσμα για την αρχή της ιστορίας. Τα παιδικά χρόνια παρουσιάζονται γρήγορα με νεύρο και οικονομία των μέσων για να φτάσουμε στη φυλάκισή του και στα εξαιρετικά χρονικά περάσματα μέσα στον ίδιο χώρο. Συχνά στις σκηνές όπου τα πράγματα περιγράφονται, σε σκηνές δράσης, ο Μπούρμαν χρησιμοποιεί το χρονικό πέρασμα μέσα στον ίδιο χώρο και πολλές φορές μέσα στο ίδιο πλάνο. Αυτό το εύρημα το χρησιμοποιεί με εντυπωσιακό τρόπο στη φυλακή, ανάμεσα στις δύο ηλικίες και ανάμεσα στις δύο συναντήσεις, αυτής με τη γυναίκα του και αυτής με τον δικηγόρο του, αλλά το χρησιμοποιεί το ίδιο αποτελεσματικά στη σκηνή της ληστείας του χρυσοχοείου όταν καταστρέφουν την λάμπα. Παρόμοιο τέχνασμα χρησιμοποιεί όταν οι υπάλληλοι της τράπεζας μετρούν τα χρήματα, όπου με ένα απλό cut, το ένα άτομο που μετρά γίνονται δύο. Είναι άπειρες οι λεπτομέρειες που προσθέτουν πολυεπίπεδες αναγνώσεις των πλάνων. Αν προσέξει κανείς το τελευταίο πλάνο της ληστείας της τραπέζης θα δεί ότι ο ένας από τους δύο κλέφτες στρέφει το όπλο του προς τον κόσμο, ενώ το αμέσως επόμενο πλάνο είναι ο επιθεωρητής Κένι, λες και αυτόν ήθελε να απειλήσει ή να σκοτώσει. Ο θεατής το εισπράττει κι ας μην το έχει δεί. Οπως επίσης όταν ο Στρατηγός βγαίνει από τη τράπεζα με την επιταγή και την κουνά μπροστά στους δύο μασκοφόρους, αξίζει κανείς να προσέξει τις δύο απλές νότες του πιάνου που υποχρεώνουν το θεατή να δεί γρήγορα και χωρίς καμμία αμφιβολία τα δρώμενα.

Το ασπρόμαυρο μακρόστενο κάδρο αφήνει στο φόντο την εποχή και εστιάζει στα πρόσωπα, στα συναισθήματα, στις εσωτερικές συγκρούσεις. Είναι εντυπωσιακά όμορφη η σύνθεση στην τελευταία ανάκριση, όταν ο επιθεωρητής Κένι χάνει τη ψυχραιμία του και χτυπά τον Στρατηγό. Η λάμπα κινείται –αν και ποτέ δεν την βλέπουμε, το κάδρο είναι μακρόστενο και η λάμπα είναι ψηλά- περνώντας πάνω από τα δύο πρόσωπα που βρίσκονται τοποθετημένα στα όρια του κάδρου, δημιουργώντας σκιές και φωτίσματα, ενώ το φλού με το νετ των προσώπων εναλλάσεται ανάλογα με τη ψυχική κατάσταση των ηρώων. Δύο ακίνητα πρόσωπα που μιλούν και αισθάνονται δημιουργούν μια χορογραφία. Μόνο το ασπρόμαυρο φίλμ και το μακρόστενο κάδρο θα μπορούσε να προσδόσει σε αυτή την γεμάτη συναισθήματα εικόνα την έννοια της μνήμης, την αίσθηση της απόστασης χωρίς να υπάρχει η υποχρέωση ενός αφηγητή.
Η ματιά του Μπούρμαν είναι άκρως τρυφερή, αγκαλιάζει με μεγάλη συμπάθεια αυτή τη τραγική φιγούρα, αυτή τη προσωπικότητα που βολόδερνε ανάμεσα στο καλό και το κακό. Γι’ αυτό και τον δικαιώνει με τον θάνατό του. Κανείς πραγματικά δεν ξέρει τι συμβαίνει σε κάποιον άλλο τη στιγμή του θανάτου του. Ολα είναι υποθέσεις, εικασίες, εικόνες που θα θέλαμε να είχαν συμβεί. Έτσι, ο Μπούρμαν βάζει τον Στρατηγό σε δύο στιγμές της ζωής του όταν βρέθηκε κοντά στο θάνατο, μία με την απειλή του όπλου του νεαρού του IRA και μια με το ζάχαρο, να θυμάται τη ζωή του, να θυμάται τον εαυτό του νέο, προκλητικό, γεμάτο δύναμη και χαρά να χάνεται σε ένα σοκάκι, να γλυτώνει απ’ όλους αυτούς που τον κυνηγούσαν, να λυτρώνεται. Κι όπως χαρακτηριστικά έχει δηλώσει ο Φράνσις Φόρντ Κόπολα, ο Στρατηγός του Μπούρμαν είναι μια ταινία που όσο περνά ο καιρός τη σκέφτεσαι όλο και περισσότερο, αφήνει εικόνες στη μνήμη και έντονα συναισθήματα, σημάδια, χωρίς αμφιβολία ότι πρόκειται για μια μεγάλη ταινία.

Ηλέκτρα Βενάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια: